Η Αντισφαίριση, όπως και πολλά άλλα παιχνίδια με μπάλα, έχει ρίζες στην Αρχαία Ελλάδα. Κατάγεται από το αρχαίο παιχνίδι «σφαιριστική», (5ος αιώνας πχ), το οποίο παιζόταν με μία ελαφριά μπάλα και τα χτυπήματα γίνονταν με τη γροθιά ή τον ώμο. Αργότερα σύμφωνα με φιλολογικές μαρτυρίες, οι παίκτες στερέωναν με θηλιά στον πήχη του χεριού ένα τετράγωνο σανίδι και προσπαθούσαν με διάφορα χτυπήματα να πετύχουν την μπάλα στον αέρα.
Κατά τον μεσαίωνα το τένις ήταν ένα κοινωνικό παιχνίδι που καλλιεργήθηκε στις αυλές των ευγενών. Τον 16ο αιώνα εμφανίζεται στην Αγγλία. Ο ίδιος ο βασιλιάς Ερρίκος VIIΙ ήταν πρωταθλητής στην αντισφαίριση. Ο αγωνιστικός χώρος, που ονομαζόταν tennis court ή real tennis ήταν από πέτρα. Ο αγώνας γινόταν με το χτύπημα της μπάλας πάνω από ένα δίχτυ. Το πρώτο βιβλίο για την αντισφαίριση, με τίτλο Tartallo dello Palla, γράφτηκε το 1555, ενώ στα τέλη του 16ου αιώνα κατασκευάστηκε η πρώτη ρακέτα με χορδές και καθιερώθηκαν οι πρώτοι κανόνες. Το 1858 κατασκευάστηκε το πρώτο γήπεδο αντισφαίρισης στο προάστιο Μπέρνιγχαμ και το 1872 ιδρύθηκε το πρώτο κλαμπ αντισφαίρισης.
Η Αντισφαίριση ήταν στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων από το 1896 έως το 1924. Επανήλθε το 1984 στο Λος Άντζελες ως άθλημα επίδειξης και το 1988 στη Σεούλ επανεντάχθηκε κανονικά στο πρόγραμμά τους.
Την ευθύνη για το άθλημα σε παγκόσμιο επίπεδο έχει η Διεθνής Ομοσπονδία Αντισφαίρισης που ιδρύθηκε το 1913. Στη δύναμή της ανήκουν 198 Εθνικές Ομοσπονδίες.
Την ευθύνη για το άθλημα στην χώρα μας έχει η Ελληνική Φίλαθλη Ομοσπονδία Αντισφαίρισης (Ε.Φ.Ο.Α.) που ιδρύθηκε το 1938 και στη δύναμή της ανήκουν 214 Σωματεία.